Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - κ

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
κάβα
wine cellar
καβάλησε
rode
καβούρι
crab
καγιάκ
kayaking
κάγκελο
banister
κάδος
bucket
κάδος απορριμμάτων
rubbish bin
καζάνι
cauldron
καθαρά
net
Καθάρισε το δωμάτιό της για να είμαι ευχαριστημένη.
She cleaned her room so that I’m happy.
καθαρισμένο
cleaned
καθαρίστηκε
cleaned up
καθαριστής
wiper
καθαριστής
cleaner
καθαρός
pure
καθαρός
clean
καθαρώς
purely
κάθε
each
κάθε
every
κάθε
any
κάθε εβδομάδα
every week
κάθε εκτροφέας το ξέρει αυτό
every breeder knows that
Κάθε ενήλικας που γνωρίζω πίνει μπύρα.
Every adult I know drinks beer.
Κάθε θρησκεία απαγορεύει τον φόνο.
Every religion prohibits murder.
κάθε μέρα
every day
Κάθε μικρή χειρονομία έχει θετικό αντίκτυπο στον πλανήτη.
Every little gesture has a positive impact on the planet.
Κάθε παιδί έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση.
Every child has the right to education.
Κάθε πουκάμισο είναι καθαρό.
Every shirt is clean.
Κάθε προσπάθεια αξίζει μια ανταμοιβή.
Every effort deserves a reward.
Κάθε προσπάθεια ήταν μάταιη.
Every effort was in vain.
Κάθε στήλη στον πίνακα είναι σημαντική.
Each column in the table is important.
κάθε φορά
each time
Κάθε φορά ξεχνάει τα κλειδιά του.
Each time he forgets his keys.
Κάθε φορά που βλέπω τον Τομ, διαβάζει ένα κόμικ.
Every time I see Tom, he’s reading a comic book.
Κάθε φορά που έβηχε, ένιωθε πολύ πόνο.
Every time she coughed, she felt a great deal of pain.
Κάθε φορά που επιστρέφεις.
Each time you return.