Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - π

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
περισσότερη διαίρεση
more division
περισσότερο
more
περισσότερο από δύο χρόνια
more than two years
περισσότερος υπερπληθυσμός
more overcrowding
περιστάσεις
circumstances
περίσταση
circumstance
περιστατικά
incidents
περιστατικό
incident
περιστέρι
pigeon
περίστροφο
revolver
περιτομή
circumcision
Περιττό να πούμε ότι τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να γίνονται σεβαστά.
Needless to say, fundamental human rights should be respected.
περιττός
odd
περιφερειακός
regional
περιφερειακός δρόμος
regional road
περίφημος
famous
περίφραξη
enclosure
περίφραξη κλεμμένων αγαθών
fencing stolen goods
περιφρόνηση
contempt
περιχαρής
overjoyed
περίχωρα
suburbs
περίχωρα
outskirts
περιωρισμένος
limited
Περπατάει προς την τάξη.
He walks to the classroom.
περπάτησα
I walked
Περπατήσαμε πολλά χιλιόμετρα.
We have walked many miles.
Περπάτησαν πάνω από το χέρσο.
They walked over the heath.
περπάτησε
walked
Περπάτησε προς το μέρος τους με μεγάλα βήματα και κουνώντας τα χέρια.
He walked towards them with great strides and waving arms.
Περπατήστε αργά.
Walk slowly.
πέρυσι
last year
πες αντίο
say goodbye
πες μου
tell me
πες μου κάτι
tell me something
Πες μου κάτι για τον εαυτό σου.
Tell me something about yourself.
Πες μου περισσότερα για τον εαυτό σου.
Tell me more about yourself.