Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - ό

1 (1) 2 (1) 3 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1519) Β (253) Γ (386) Δ (828) Έ (2284) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1014) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1723) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1845) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
Ο Τομ δεν θέλει να πουλήσει το αγρόκτημά του.
Tom doesn’t want to sell his farm.
Ο Τομ δεν θέλει να τον βοηθήσει η Μαίρη.
Tom doesn’t want Mary to help him.
Ο Τομ δεν καπνίζει πούρο.
Tom isn’t smoking a cigar.
Ο Τομ δεν καπνίζει πούρο. Καπνίζει πίπα.
Tom isn’t smoking a cigar. He’s smoking a pipe.
Ο Τομ δεν καταλαβαίνει πολύ καλά γαλλικά.
Tom doesn’t understand French very well.
Ο Τομ δεν κοιμάται αρκετά.
Tom doesn’t get enough sleep.
Ο Τομ δεν με άφησε να κερδίσω.
Tom didn’t let me win.
Ο Τομ δεν μένει εδώ κοντά.
Tom doesn’t live around here.
Ο Τομ δεν μπορεί να αποφασίσει αν πρέπει να πάει.
Tom can’t decide whether he should go.
Ο Τομ δεν μπορούσε να κρύψει τον ενθουσιασμό του.
Tom wasn’t able to hide his excitement.
Ο Τομ δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τον έναν δίδυμο από τον άλλον.
Tom couldn’t tell one twin from the other.
Ο Τομ δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του.
Tom couldn’t believe his eyes.
Ο Τομ δεν ξέρει ότι η Μαίρη είναι στη Βοστώνη.
Tom doesn’t know Mary is in Boston.
Ο Τομ δεν ξέρει πότε η Μαίρη θα φύγει από τη Βοστώνη.
Tom doesn’t know when Mary will leave Boston.
Ο Τομ δεν ξέρει τη διαφορά μεταξύ φόνου και ανθρωποκτονίας εξ αμελείας.
Tom doesn’t know the difference between murder and manslaughter.
Ο Τομ δεν πάει πουθενά.
Tom isn’t going anywhere.
Ο Τομ δεν πίνει πια.
Tom doesn’t drink anymore.
Ο Τομ δεν πίνει ποτέ βότκα.
Tom never drinks vodka.
Ο Τομ δεν πιστεύει ότι η ερμηνεία της Μαίρης ήταν πολύ καλή.
Tom doesn’t think that Mary’s performance was very good.
Ο Τομ δεν πρόκειται να αγοράσει καινούργιο αυτοκίνητο.
Tom isn’t going to buy a new car.
Ο Τομ δεν το αντέχει.
Tom can’t bear it.
Ο Τομ δεν το έκανε.
Tom didn’t do it.
Ο Τομ δεν τρώει σοκολάτα.
Tom doesn’t eat chocolate.
Ο Τομ δεν υπάκουσε σε άμεση εντολή ενός ανώτερου αξιωματικού.
Tom disobeyed a direct order from a superior officer.
Ο Τομ δεν φοράει γυαλιά.
Tom doesn’t wear glasses.
Ο Τομ δέχτηκε επίθεση από ένα λιοντάρι.
Tom was attacked by a lion.
Ο Τομ δολοφονήθηκε άγρια στο ίδιο του το σπίτι.
Tom was brutally murdered in his own house.
Ο Τομ έβαλε όλα του τα χρήματα στο χρηματοκιβώτιο.
Tom put all his money in the safe.
Ο Τομ είναι άθλιος.
Tom is miserable.
Ο Τομ είναι ακόμα στο γραφείο του.
Tom is still at his desk.
Ο Τομ είναι ακτιβιστής στην κοινότητά του.
Tom is an activist in his community.
Ο Τομ είναι αναίσθητος.
Tom is unconscious.
Ο Τομ είναι ανιψιός της Μαίρης.
Tom is Mary’s nephew.
Ο Τομ είναι απαθής.
Tom is impassive.
Ο Τομ είναι απόλυτα ήρεμος.
Tom is absolutely calm.
Ο Τομ είναι αρκετά έξυπνος, έτσι δεν είναι;
Tom is quite sharp, isn’t he?