Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - μ

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
μια γνώση
a knowledge
μια γραμμή
a line
μια γρήγορη ανάρρωση
a speedy recovery
μια γρήγορη αναφορά
a quick mention
μια γριά πάπια
an old duck
μια γρίπη
a flu
μια γυναίκα μαγείρισσα
a female cook
μια δέσμευση
a commitment
μια δηλητηριώδης χτένα
a poisonous comb
μια δήλωση
a declaration
μια δήλωση που δεν μπορεί να εγκριθεί υπό οποιεσδήποτε συνθήκες
a statement that cannot be approved under any circumstances
μια διαμάχη μεταξύ αρκετών συμμοριών ναρκωτικών
a feud between several drug gangs
μια διαπεραστική κραυγή
a shrill cry
μια διαπεραστική κραυγή
a piercing scream
μια διαρκή κατάπαυση του πυρός
a lasting ceasefire
μια διαταραχή
a disorder
μια διαφήμιση
an advertisement
μια διαφορετική γνώμη
a different opinion
μια διδακτική και ενδιαφέρουσα μέρα
an instructive and interesting day
μια διεξοδική ανάλυση
a thorough analysis
μια διεύθυνση
an address
μια διευθυντική θέση
a managerial position
μια διοικητική απλούστευση
an administrative simplification
μια διπολική διαταραχή
a bipolar disorder
μια δολοφονία με ληστεία
a murder with robbery
μια δουλειά
a job
μια δυνατή ομάδα
a strong team
μια δωρεά
a donation
μια εθνικότητα
a nationality
μια ειδοποίηση
a notice
μια είσοδος
an entrance
μια έκκληση
a plea
μια εκπαίδευση
an education
μια έκτακτη συνάντηση
an emergency meeting
μια εκτίμηση
an estimation
μια έκτρωση
an abortion