Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - κ

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
κόκκινα
reds
κόκκινα μαλλιά
red hair
κόκκινα φραγκοστάφυλα
redcurrants
κόκκινη σταφίδα
redcurrant
κόκκινο αίμα
blood red
κόκκινο κρέας
red meat
κόκκινο φως
red light
κόκκινοι βαμμένοι τοίχοι
red-painted walls
κοκκινοπίπερο
chili
κόκκινος
red
Κοκκινοσκουφίτσα
Little Red Riding Hood
κοκκύτη
whooping
κοκκύτης
whooping cough
κόκορας
cock
κολακεία
flattery
κόλαση
hell
κολιέ
necklace
κόλλα
glue
κόλλα
gluurders
κολλάει
crashes
κολλημένος
stuck
κολοκύθι
pumpkin
κολοκύθι
zucchini
κολόνα
pillar
κολπική μυκητίαση
vaginal yeast infection
κολπικός
vaginal
κόλπος
bay
κόλπος
vagina
κολυμπάει
swims
Κολυμπάει συχνά ο σκύλος;
Does the dog swim often?
κολύμπησε
swam
κολύμπι
swimming
Κολυμπούσε στο νερό, βούτηξε με το κεφάλι του, αλλά όλα τα άλλα ζώα το περιφρόνησαν λόγω της άσχημης εμφάνισής του.
it swam in the water, dived under with his head, but was treated with contempt by all other animals, because of its ugly appearance.
κόμης
count
κομητεία
county
κόμικς
comic