Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - η

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
ημέρες
days
ημέρες διακοπών
vacation days
ημερήσιο σχήμα
daily figure
ημερολόγιο
calendar
ημερολόγιο
diary
ημερομηνία
date
ημερομηνία γεννήσεως
date of birth
ημερομηνία λήξης
closing date
ημερομηνία λήξης
expiry date
ημερομηνίες
dates
ημιδιαφανής
translucent
ημικρανία
migraine
ημισέληνοι
crescents
ήμισυ
half
ημιτελής
unfinished
ημίχρονο
half-time
ήμουν
I was
ήμουν ενθουσιασμένος
I was excited
Ήμουν ερωτευμένος με τη δασκάλα.
I used to be in love with the teacher.
Ήμουν καχύποπτος.
I was suspicious.
Ήμουν με τον Τομ από τις 8:30 έως τις 2:30.
I was with Tom from 8:30 to 2:30.
Ήμουν παιδί και δεν ήξερα τίποτα περισσότερο από το ότι δεν θα περνούσε ποτέ
I was a kid and didn’t know any better than that it would never pass
Ήμουν τόσο κουλ όσο ένα αγγούρι.
I was as cool as a cucumber.
ηνία
reins
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
United Arab Emirates
Ηνωμένες Πολιτείες
United States
Ηνωμένο Βασίλειο
United Kingdom
ήξερα
I knew
Ήξερα ότι ήσουν σε μπελάδες από τη στιγμή που σε είδα.
I knew you were trouble the minute I saw you.
Ήξερα ότι θα ερχόσουν.
I knew you’d come.
Ήξερα ότι θα τα έκανες θάλασσα.
I knew you’d mess things up.
ήξερε
knew
ήξερες;
did you know
ΗΠΑ
USA
ήπειρος
continent
ήπια συμπτώματα αφυδάτωσης
mild dehydration symptoms