Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - έ

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
επίσκεψη
visit
επισκόπηση
survey
επιστήμες
sciences
επιστήμη
science
επιστήμονας
scientist
επιστήμονας υπολογιστών
computer scientist
επιστημονική φαντασία
science fiction
επιστημονικός
scientific
επιστολή
letter
επιστρέφει
returns
επιστρέφει
comes back
επιστρέφεις
you return
επιστρέφοντας
returning
επιστροφές χρημάτων
refunds
επιστροφή χρημάτων
refund
επισφαλής
shaky
επιτακτικός
mandatory
επιτάφιος
sepulchral
επιταχυνόμενος
accelerated
επιταχύνοντας
accelerating
επιταχύνω
I accelerate
επιταχύνω
accelerate
Επιταχύνω και παραμένω στην αριστερή λωρίδα.
I accelerate and stay in the left lane.
επιτεθείς
attacker
επιτέθηκε
attacked
Επιτέλους το μεγάλο αυγό άνοιξε.
Finally the big egg opened.
επιτελώ
achieve
επιτεύγματα
achievements
επιτεύγματα του έργου
achievements of the project
επιτεύχθηκε
achieved
επιτήρηση
surveillance
επιτρέπει
allows
επιτρέπεται
permitted
επιτρέψτε μου
allow me
Επιτρέψτε μου να εξηγήσω.
Let me explain.
Επιτρέψτε μου να έχω την προσοχή σας παρακαλώ.
May I have your attention please.