Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - έ

1 (2) 2 (2) 3 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2284) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1014) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1845) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
εδώδιμος
edible
έδωσε
gave
Έδωσε ένα κόκκαλο στον σκύλο.
She gave a bone to the dog.
Έδωσε στον σκύλο ένα κόκκαλο.
He gave the dog a bone.
έδωσες
you gave
έζησα
I lived
Έζησα στη Βοστώνη πριν από τρία χρόνια.
I lived in Boston three years ago.
έζησε
lived
εθελοντής
volunteer
εθελοντικός
voluntary
εθνικές αργίες
national holidays
εθνική άμυνα
national defence
εθνικιστές
nationalists
εθνικός
national
είδα
I saw
Είδα έναν άντρα με ένα δοσομετρικό ραβδί στο χέρι του.
I saw a man with a measuring stick in his hand.
είδα τα ψηλά δέντρα να στέκονται ακόμα όρθια
saw the tall trees still standing
Είδα την αδερφή σου προχθές.
I saw your sister the day before yesterday.
Είδα το φως στο τέλος του τούνελ.
I saw the light at the end of the tunnel.
είδαμε
we saw
Είδαμε μια όμορφη άμαξα στο μουσείο.
We saw a beautiful carriage in the museum.
είδαν
they saw
Είδες τον επιτιθέμενο;
Did you see your attacker?
είδη παντοπωλείου
groceries
είδη πτηνών
bird species
ειδικά
specifically
ειδικά προσαρμοσμένο
specifically tailored
ειδικές προσφορές
specials
ειδικοί
experts
ειδικοί
specialists
ειδικός
specific
ειδικός
special
ειδικός
specialist
ειδικότητα
specialty
ειδοποιήσεις
notifications
ειδοποίηση απεργίας
strike notice