Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - N

1 (3) 2 (2) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (487) G (322) H (817) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (258) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
No one takes me seriously. Κανείς δεν με παίρνει στα σοβαρά.
No one was present at the meeting. Κανείς δεν ήταν παρών στη συνάντηση.
No one wears jewellery anymore. Κανείς δεν φοράει πια κοσμήματα.
No one’s home. Κανείς δεν είναι σπίτι.
no reason to delay κανένας λόγος καθυστέρησης
No refunds. Δεν γίνονται επιστροφές χρημάτων.
No smoking during the performance. Απαγορεύεται το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της παράστασης.
No specific diploma is required to exercise the position of guardian. Δεν απαιτείται συγκεκριμένο δίπλωμα για την άσκηση της θέσης του κηδεμόνα.
no surprise on public transport καμία έκπληξη στις δημόσιες συγκοινωνίες
no through road χωρίς διαμπερή δρόμο
no through road on the left δεν υπάρχει διαμπερής δρόμος στα αριστερά
no way Αποκλείεται
No worries! Μην ανησυχείτε!
No, I don’t know the lesson. Όχι, δεν ξέρω το μάθημα.
No, it’s not a turkey. Όχι, δεν είναι γαλοπούλα.
No, Mary isn’t my stepsister, she’s my half sister. Όχι, η Μαίρη δεν είναι θετή αδερφή μου, είναι ετεροθαλής αδερφή μου.
No, only cold water. Όχι, μόνο κρύο νερό.
No, that is not correct. Όχι, αυτό δεν είναι σωστό.
no-brainer αυτονόητο
nobility αρχοντιά
nobody κανείς
Nobody can answer this question. Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα.
Nobody can foresee what’ll happen. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί.
Nobody else showed up. Κανείς άλλος δεν εμφανίστηκε.
Nobody lives forever. Κανείς δεν ζει για πάντα.
Nobody moved. Κανείς δεν κουνήθηκε.
Nobody trusts that hypocrite. Κανείς δεν εμπιστεύεται αυτόν τον υποκριτή.
Nobody understood me. Κανείς δεν με κατάλαβε.
Nobody was injured. Κανείς δεν τραυματίστηκε.
Nobody will know. Κανείς δεν θα μάθει.
Nobody’s going to believe this. Κανείς δεν πρόκειται να το πιστέψει αυτό.
nocturnal νυκτερινός
nodded (3rd person plural) ένευσε καταφατικά
Noel Κάλανδα
noise θόρυβος
noisy θορυβώδης