Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - N

2 (2) 8 (1) A (980) B (323) C (554) D (363) E (254) F (338) G (207) H (406) I (893) J (57) K (45) L (229) M (338) N (159) O (204) P (429) Q (21) R (253) S (779) T (3200) U (63) V (66) W (561) X (3) Y (211) Z (7)
English Greek Recording Learn
nobility αρχοντιά
nobody κανείς
Nobody else showed up. Κανείς άλλος δεν εμφανίστηκε.
Nobody lives forever. Κανείς δεν ζει για πάντα.
Nobody moved. Κανείς δεν κουνήθηκε.
Nobody understood me. Κανείς δεν με κατάλαβε.
Nobody was injured. Κανείς δεν τραυματίστηκε.
Nobody will know. Κανείς δεν θα μάθει.
nocturnal νυκτερινός
nodded (3rd person plural) ένευσε καταφατικά
Noel Κάλανδα
noise θόρυβος
non-smokers μη καπνιστές
none κανένας
Nonetheless, it’s true. Παρ ’όλα αυτά, είναι αλήθεια.
noon μεσημέρι
normal κανονικός
north βόρειος
North America Βόρεια Αμερική
North Pole βόρειος πόλος
nostalgic νοσταλγικός
not δεν
not a single person ούτε ένα άτομο
not even ούτε
Not everyone likes snow. Δεν αρέσει σε όλους το χιόνι.
Not much longer. Όχι για πολύ ακόμα.
not recommended δεν συνιστάται
not true δεν είναι αλήθεια
not yet όχι ακόμη
note σημείωμα
notebook σημειωματάριο
nothing τίποτα
nothing more to prove τίποτα περισσότερο να αποδείξω
notice ανακοίνωση
noticed παρατήρησα
notification κοινοποίηση