Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - E

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (486) G (322) H (816) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (257) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
e-newsletter ηλεκτρονικό ενημερωτικό δελτίο
each κάθε
Each column in the table is important. Κάθε στήλη στον πίνακα είναι σημαντική.
each other ο ένας τον άλλον
each other’s ο ένας του άλλου
each time κάθε φορά
Each time he eats too much. Κάθε φορά τρώει πάρα πολύ.
Each time he forgets his keys. Κάθε φορά ξεχνάει τα κλειδιά του.
Each time you return. Κάθε φορά που επιστρέφεις.
eagle αετός
eagle feather φτερό αετού
eagles αετοί
ear αυτί
earlier πρωτύτερα
early νωρίς
Early exposure to multilingual environments promotes language acquisition in children. Η πρώιμη έκθεση σε πολύγλωσσα περιβάλλοντα προάγει την απόκτηση γλωσσών στα παιδιά.
Early in the morning, a farmer passed by. Νωρίς το πρωί, πέρασε από εκεί ένας αγρότης.
early morning νωρίς το πρωί
earned κερδηθείς
earnings κέρδη
earns κερδίζει
earring σκουλαρίκι
ears αυτιά
earth γη
earthquake σεισμός
earwig ψαλίδα
ease ευκολία
easier ευκολότερο
Easier said than done. Πιο εύκολο να το λες παρά να το κάνεις.
easily εύκολα
East Ανατολή
Easter Πάσχα
Easter Bunny Πασχαλινό λαγουδάκι
Easter egg Πασχαλινό αυγό
Easter holiday διακοπές του Πάσχα
eastern ανατολικός