Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - C

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1274) B (495) C (823) D (562) E (376) F (463) G (309) H (581) I (1146) J (76) K (63) L (338) M (491) N (216) O (271) P (643) Q (28) R (412) S (1153) T (3984) U (122) V (100) W (733) X (4) Y (262) Z (11)
English Greek Recording Learn
competition law δίκαιο του ανταγωνισμού
competitive ανταγωνιστικός
complain παραπονούμαι
complained παραπονέθηκε
complaining παραπονιέμαι
complains παραπονιέται
complaint καταγγελία
complete πλήρης
completed ολοκληρώθηκε το
completely εντελώς
completion ολοκλήρωση
complex συγκρότημα
compliance συμμόρφωση
compliance with the plan συμμόρφωση με το σχέδιο
complicated περίπλοκος
complicity συνενοχή
complied συμμορφώθηκε
compliment φιλοφρόνηση
compliments κομπλιμέντα
components εξαρτήματα
composed ατάραχος
composes συνθέτει
composition σύνθεση
compound χημική ένωση
compound words σύνθετες λέξεις
comprehensive περιεκτικός
compromise συμβιβασμός
compulsory αναγκαστικός
computer ηλεκτρονικός υπολογιστής
computer program πρόγραμμα υπολογιστή
computers υπολογιστές
Computers have significantly changed the industrial landscape. Οι υπολογιστές έχουν αλλάξει σημαντικά το βιομηχανικό τοπίο.
concealed κρυμμένος
concealment απόκρυψη
conceit έπαρση
concentrate συγκεντρώνομαι