Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - σ

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
συμμαχία
alliance
σύμμαχοι
allies
συμμετέχετε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας
you are involved in all phases of the process
συμμετέχοντες
participants
Συμμετέχω στη διαπραγμάτευση.
I am involved in the negotiation.
συμμορία
gang
συμμορία ναρκωτικών
drugs gang
συμμορίες
gangs
συμμορίες ναρκωτικών
drug gangs
συμμορφώθηκε
complied
συμμόρφωση
compliance
συμμόρφωση με το σχέδιο
compliance with the plan
σύμπαν
universe
συμπεράσματα
conclusions
συμπεριλαμβανομένος
included
συμπεριλαμβανομένου
including
Συμπεριφέρεται από κακία.
He’s acting out of spite.
Συμπεριφέρεται ιερά, αλλά είναι υποκριτής.
He acts holy, but he is a hypocrite.
συμπεριφέρθηκε
behaved
συμπεριφέρομαι
behave
συμπεριφορά
behaviour
συμπεριφορά
conduct
συμπεριφορά πτήσης
flight behaviour
συμπεριφορά στο διαδίκτυο
internet behaviour
συμπίπτων
coincident
σύμπλεγμα
cluster
σύμπλεξη
engagement
συμπληρώνω
fill out
συμπονετικός
sympathetic
συμπόνια
compassion
συμπτώματα
symptoms
συμπτώματα αφυδάτωσης
dehydration symptoms
συμπτώματα υποθερμίας
hypothermic symptoms
σύμπτωση
coincidence
συμπυκνωμένο
condensed
συμφιλιώνω
reconcile