Understand spoken Greek

Greek-English Dictionary - ν

1 (2) 2 (2) 3 (1) 8 (1) À (1) F (1) G (1) I (4) N (1) Α (1517) Β (253) Γ (386) Δ (829) Έ (2283) Ζ (76) Η (1341) Θ (440) Ί (108) Κ (1013) Λ (201) Μ (1140) Ν (780) Ξ (111) Ό (1724) Π (1660) Ρ (98) Σ (1026) Τ (1844) Υ (199) Φ (304) Χ (318) Ψ (60) Ώ (32)
Greek Recording English Learn
να περιορίσω
to curtail
να περιπλανιέμαι
to ramble on
να περπατάω
to waddle
να περπατήσω
to walk
να πέσει
to fall
να πετάξω
to fly
να πετάξω
to throw away
να πετύχω
to succeed
να πηγαίνω τριγύρω
to go about
να πιαστώ
to take hold
να πιλοτάρει
to pilot
να πιλοτάρω ένα αεροπλάνο
to pilot a plane
να πιστέψω
to believe
να πιτσιλάω
to splash
να πιω
to drink
να πλεύσω
to sail
να πληρώσετε ξεχωριστά
to pay separately
να πληρώσω
to pay
να πληρώσω σε χρόνο μηδέν
to pay in no time
να πληρώσω φόρους
to pay taxes
να πλησιάσω
to approach
να πλύνω τα πιάτα
to do the dishes
να πλύνω τα ρούχα
to do the laundry
να πνιγώ
to drown
να πνίξω
to smother
να ποζάρω
to pose
να πολεμήσω
to fight
να πολιορκήσω
to besiege
να πουλήσω
to sell
να πραγματοποιηθεί
to be carried out
να πραγματοποιηθεί
be carried out
να πρηστεί
to swell
να προβλέψω
to foresee
να προβλέψω
to predict
να προετοιμάσω
to prepare
να προκαλέσει πολύ κακό
to cause a lot of harm