Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - T

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (486) G (322) H (816) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (257) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
Tom bought flowers. Ο Τομ αγόρασε λουλούδια.
Tom bought himself a new guitar for Christmas. Ο Τομ αγόρασε μια καινούρια κιθάρα για τα Χριστούγεννα.
Tom bought this book for me. Ο Τομ μου αγόρασε αυτό το βιβλίο.
Tom broke his neck. Ο Τομ έσπασε τον λαιμό του.
Tom broke off a twig from the branch. Ο Τομ έσπασε ένα κλαδάκι από το κλαδί.
Tom brought Mary some juice. Ο Τομ έφερε στη Μαίρη λίγο χυμό.
Tom came home very drunk. Ο Τομ γύρισε σπίτι πολύ μεθυσμένος.
Tom can make me feel better after a bad day. Ο Τομ μπορεί να με κάνει να νιώσω καλύτερα μετά από μια κακή μέρα.
Tom can stay here as long as he wants. Ο Τομ μπορεί να μείνει εδώ όσο θέλει.
Tom can’t bear it. Ο Τομ δεν το αντέχει.
Tom can’t decide whether he should go. Ο Τομ δεν μπορεί να αποφασίσει αν πρέπει να πάει.
Tom caught a large fish. Ο Τομ έπιασε ένα μεγάλο ψάρι.
Tom changed his mind. Ο Τομ άλλαξε γνώμη.
Tom cheated on his girlfriend for months. Ο Τομ απατούσε την κοπέλα του για μήνες.
Tom chopped down the branch with an ax. Ο Τομ έκοψε το κλαδί με ένα τσεκούρι.
Tom complains constantly. Ο Τομ παραπονιέται συνεχώς.
Tom confessed. Ο Τομ ομολόγησε.
Tom congratulated me. Ο Τομ με συνεχάρη.
Tom couldn’t believe his eyes. Ο Τομ δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του.
Tom couldn’t tell one twin from the other. Ο Τομ δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τον έναν δίδυμο από τον άλλον.
Tom deceived Mary. Ο Τομ ξεγέλασε τη Μαίρη.
Tom didn’t do it. Ο Τομ δεν το έκανε.
Tom didn’t eat anything. Ο Τομ δεν έφαγε τίποτα.
Tom didn’t let me win. Ο Τομ δεν με άφησε να κερδίσω.
Tom disappeared. Ο Τομ εξαφανίστηκε.
Tom disobeyed a direct order from a superior officer. Ο Τομ δεν υπάκουσε σε άμεση εντολή ενός ανώτερου αξιωματικού.
Tom doesn’t drink anymore. Ο Τομ δεν πίνει πια.
Tom doesn’t eat chocolate. Ο Τομ δεν τρώει σοκολάτα.
Tom doesn’t get enough sleep. Ο Τομ δεν κοιμάται αρκετά.
Tom doesn’t know Mary is in Boston. Ο Τομ δεν ξέρει ότι η Μαίρη είναι στη Βοστώνη.
Tom doesn’t know the difference between murder and manslaughter. Ο Τομ δεν ξέρει τη διαφορά μεταξύ φόνου και ανθρωποκτονίας εξ αμελείας.
Tom doesn’t know when Mary will leave Boston. Ο Τομ δεν ξέρει πότε η Μαίρη θα φύγει από τη Βοστώνη.
Tom doesn’t live around here. Ο Τομ δεν μένει εδώ κοντά.
Tom doesn’t think that Mary’s performance was very good. Ο Τομ δεν πιστεύει ότι η ερμηνεία της Μαίρης ήταν πολύ καλή.
Tom doesn’t understand French very well. Ο Τομ δεν καταλαβαίνει πολύ καλά γαλλικά.
Tom doesn’t want Mary to help him. Ο Τομ δεν θέλει να τον βοηθήσει η Μαίρη.