Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - T

1 (2) 2 (1) A (1465) B (543) C (889) D (662) E (412) F (487) G (322) H (818) I (1604) J (83) K (68) L (374) M (579) N (258) O (296) P (677) Q (29) R (425) S (1298) T (4862) U (125) V (103) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
To master English is hard. Το να μάθεις αγγλικά είναι δύσκολο.
to matter να έχει σημασία
to me σε μένα
to mean να εννοώ
to meet να συναντήσω
to mess it up να το χαλάσω
to miss να χάσω
to mock να κοροϊδεύω
to move να κινηθώ
to move away να απομακρυνθώ
to move house να μετακομίσω
to murder να δολοφονήσω
to mute σίγαση
to nag να γκρινιάζω
to need να χρειάζομαι
to neglect να παραμελώ
to note να σημειώσω
to notice να παρατηρήσω
to obey να υπακούω
to obstruct να εμποδίσω
to offer να προσφέρω
to open να ανοίξω
to order να παραγγείλω
to overload να υπερφορτώσω
to own να κατέχεις
to paint να ζωγραφίσω
to paint a little να ζωγραφίσω λίγο
to party να πάρτι
to pass on να μεταδώσω
to paste να επικολλήσω
to pay να πληρώσω
to pay in no time να πληρώσω σε χρόνο μηδέν
to pay separately να πληρώσετε ξεχωριστά
to pay taxes να πληρώσω φόρους
to pee να κατουρήσω
to peel να ξεφλουδίσω