Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - S

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (486) G (322) H (816) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (257) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
Stop condemning each other. Σταματήστε να καταδικάζετε ο ένας τον άλλον.
stop her σταμάτα την
stop it σταμάτα το
Stop moaning and get going. Σταμάτα να γκρινιάζεις και ξεκίνα.
Stop reading. Σταμάτα να διαβάζεις.
Stop whining. Σταμάτα να γκρινιάζεις.
Stop whispering. Σταμάτα να ψιθυρίζεις.
Stop with that nonsense and tell me the truth. Σταμάτα με αυτές τις ανοησίες και πες μου την αλήθεια.
Stop! Thief! Σταμάτα! Κλέφτη!
stopped σταμάτησε
stopped up σταμάτησε
stops στάσεις
storage αποθήκευση
storage area χώρος αποθήκευσης
storage units μονάδες αποθήκευσης
store κατάστημα
stores προμήθεια
stork πελαργός
storm καταιγίδα
story ιστορία
stove σόμπα
straalden Στράαλντεν
straight ευθεία
straight ahead ευθεία μπροστά
straight line ευθεία
strained τεταμένος
strange παράξενος
Strange that they worship the sun. Παράξενο που λατρεύουν τον ήλιο.
strangely παραδοξώς
strangers ξένοι
strategy στρατηγική
straw άχυρο
strawberries φράουλες
strawberries and cream φράουλες και κρέμα
strawberry φράουλα
strawberry ice cream παγωτό φράουλα