Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - P

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (486) G (322) H (816) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (257) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
penknife σουγιαδάκι
penny σεντ
pension σύνταξη
Pentecost Πεντηκοστή
Pentecost is a Christian holiday. Η Πεντηκοστή είναι μια χριστιανική γιορτή.
Pentecost Sunday Κυριακή της Πεντηκοστής
people άνθρωποι
People can’t live without water. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς νερό.
People commemorate deceased loved ones. Οι άνθρωποι τιμούν τα αγαπημένα τους πρόσωπα που έχουν πεθάνει.
People don’t do that. Οι άνθρωποι δεν το κάνουν αυτό.
People lived in villages. Οι άνθρωποι ζούσαν σε χωριά.
people traffickers διακινητές ανθρώπων
People who go to bed early and get up early live a long time. Οι άνθρωποι που πηγαίνουν για ύπνο νωρίς και ξυπνούν νωρίς ζουν πολύ καιρό.
people with an underlying condition άτομα με υποκείμενη πάθηση
pep ζωντάνια
pepper πιπέρι
peppermint μέντα
peppermint chocolate σοκολάτα μέντας
peppers πιπεριές
per ανά
percentage ποσοστό
perfect τέλειος
perfectly τέλεια
performance εκτέλεση
performance objectives στόχοι απόδοσης
performances παραστάσεις
performed εκτέλεσε
perfume άρωμα
perhaps ίσως
period περίοδος
perishable φθαρτός
perishable goods ευπαθή αγαθά
perishables φθαρτά αγαθά
permanent μόνιμος
permission άδεια
permits άδειες