Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - O

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (486) G (322) H (816) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (257) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
ours δικός μας
ourselves εμάς
out έξω
out of stock εκτός αποθέματος
outdated απαρχαιωμένος
outfit εξοπλισμός
outside εκτός
outskirts περίχωρα
outstanding εκκρεμής
outwards προς τα έξω
oven φούρνος
over υπερ
over-there εκεί πέρα
overcoat πανωφόρι
overconfident υπερβολικά σίγουρος
overcrowded υπερπλήρης
overcrowding υπερπληθυσμός
overdone υπερβολικός
overdue εκπρόθεσμος
overjoyed περιχαρής
overlap επικάλυψη
Overlap can occur. Μπορεί να συμβεί επικάλυψη.
overlaps επικαλύψεις
overloaded υπερφορτωμένο
overstepping υπέρβαση
oversupply πληθώρα
overweight υπέρβαρος
overwhelming αφόρητος
owl κουκουβάγια
owls κουκουβάγιες
Owls are cute. Οι κουκουβάγιες είναι χαριτωμένες.
Owls are my favourite animals. Οι κουκουβάγιες είναι τα αγαπημένα μου ζώα.
Owls are wise. Οι κουκουβάγιες είναι σοφές.
Owls can see in the dark. Οι κουκουβάγιες μπορούν να δουν στο σκοτάδι.
Owls hunt mainly at night. Οι κουκουβάγιες κυνηγούν κυρίως τη νύχτα.
own ίδιος