Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - M

1 (3) 2 (2) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (487) G (322) H (817) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (258) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
muddled μπερδεμένος
mudflats λασπώδεις εκτάσεις
mudflats and salt marshes λασπώδεις εκτάσεις και αλμυρά έλη
mug κούπα
Mull it over. Σκεφτείτε το.
multilingual πολύγλωσσος
multiplication πολλαπλασιασμός
mum μαμά
Mum, can elephants fly? Μαμά, μπορούν οι ελέφαντες να πετάξουν;
municipal δημοτικός
municipal authorities δημοτικές αρχές
municipal official δημοτικός υπάλληλος
municipalities δήμοι
municipality δήμος
murder δολοφονία
murder with robbery δολοφονία με ληστεία
murdered δολοφονημένος
murderer δολοφόνος
murmur μουρμούρισμα
muscle μυς
muscle tear μυϊκή ρήξη
muscle tissue μυϊκός ιστός
muscular μυώδης
museum μουσείο
mush χυλός
mushroom μανιτάρι
music μουσική
musical μιούζικαλ
musical instrument μουσικό όργανο
musical instruments μουσικά όργανα
musicals μιούζικαλ
musician μουσικός
Muslim Μουσουλμάνος
Muslims Μουσουλμάνοι
Muslims worship God. Οι Μουσουλμάνοι λατρεύουν τον Θεό.
mussel μύδι