Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - I

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1274) B (495) C (823) D (562) E (376) F (463) G (309) H (581) I (1146) J (76) K (63) L (338) M (491) N (216) O (271) P (643) Q (28) R (412) S (1153) T (3984) U (122) V (100) W (733) X (4) Y (262) Z (11)
English Greek Recording Learn
I’m scared of being alone. Φοβάμαι να είμαι μόνος/μόνη.
I’m scared of dentists. Φοβάμαι τους οδοντιάτρους.
I’m shocked. (male speaker) Είμαι σοκαρισμένος.
I’m sick. Είμαι άρρωστ.
I’m sorry. Λυπάμαι.
I’m still alive. Είμαι ακόμα ζωντανός.
I’m sure we’re going to win. Είμαι σίγουρος ότι θα κερδίσουμε.
I’m the guilty one. Εγώ είμαι ο ένοχος.
I’m thirty years old. Είμαι τριάντα χρονών.
I’m tired, but I still can’t fall asleep. Είμαι κουρασμένος, αλλά ακόμα δεν μπορώ να κοιμηθώ.
I’m used to it. Το έχω συνηθίσει.
I’m used to the noise. Έχω συνηθίσει τον θόρυβο.
I’m used to this sort of thing. Έχω συνηθίσει σε κάτι τέτοιο.
I’m very sleepy. Νυστάζω πολύ.
I’m yawning because I’m tired. Χασμουριέμαι επειδή είμαι κουρασμένος.
I’ve already eaten enough. Έχω ήδη φάει αρκετά.
I’ve already paid you. Σε έχω ήδη πληρώσει.
I’ve been feeling depressed lately. Νιώθω κατάθλιψη τελευταία.
I’ve been living in the Netherlands for three years. Ζω στην Ολλανδία εδώ και τρία χρόνια.
I’ve been married three times. Έχω παντρευτεί τρεις φορές.
I’ve got to report it. Πρέπει να το αναφέρω.
I’ve made a lot of new friends. Έχω κάνει πολλούς νέους φίλους.
I’ve never bought jewellery. Δεν έχω αγοράσει ποτέ κοσμήματα.
I’ve never broken a bone. Δεν έχω σπάσει ποτέ κόκκαλο.
I’ve never done anything important. Δεν έχω κάνει ποτέ τίποτα σημαντικό.
I’ve never drunk wine. Δεν έχω πιει ποτέ κρασί.
I’ve never liked you. Ποτέ δεν σε συμπάθησα.
I’ve never played football before. Δεν έχω ξαναπαίξει ποτέ ποδόσφαιρο.
I’ve never stolen anything. Δεν έχω κλέψει ποτέ τίποτα.
I’ve ordered coffee. Έχω παραγγείλει καφέ.