Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - E

1 (3) 2 (2) 8 (1) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (486) G (322) H (816) I (1605) J (83) K (69) L (374) M (579) N (257) O (296) P (677) Q (28) R (425) S (1298) T (4860) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
Everyone needs at least one close friend. Όλοι χρειάζονται τουλάχιστον έναν στενό φίλο.
Everyone needs money. Όλοι χρειάζονται χρήματα.
Everyone ran for cover. Όλοι έτρεξαν να καλυφθούν.
Everyone saw that I was embarrassed. Όλοι είδαν ότι ντρεπόμουν.
Everyone smiled. Όλοι χαμογέλασαν.
Everyone talked about the commotion outside. Όλοι μιλούσαν για την αναταραχή έξω.
Everyone wants to pay as little as possible. Όλοι θέλουν να πληρώσουν όσο το δυνατόν λιγότερα.
everyone was tense όλοι ήταν σε ένταση
Everyone’s tired. Όλοι είναι κουρασμένοι.
everything πάντα
Everything is ready. Όλα είναι έτοιμα.
Everything went smoothly. Όλα πήγαν ομαλά.
eviction έξωση
evidence απόδειξη
evil κακό
evolved εξελίχθηκε
exactly ακριβώς
exaggerated εξωγκωμένος
exalted εξυψωμένος
exalted above all creation υψωμένος πάνω από κάθε κτίση
exam εξέταση
examined εξέτασε
example παράδειγμα
examples παραδείγματα
examples of unacceptable actions παραδείγματα απαράδεκτων ενεργειών
exams εξετάσεις
exasperating εξοργιστικός
excavation ανασκαφή
excellence υπεροχή
except εκτός
exception εξαίρεση
excess υπέρβαση
excesses υπερβολές
excessive growth υπερβολική ανάπτυξη
exchange ανταλλαγή
exchange rate συναλλαγματική ισοτιμία