Understand spoken Greek

English-Greek Dictionary - C

1 (3) 2 (2) A (1466) B (543) C (889) D (662) E (412) F (487) G (322) H (817) I (1605) J (83) K (68) L (374) M (579) N (258) O (296) P (677) Q (29) R (425) S (1298) T (4862) U (125) V (104) W (985) X (5) Y (373) Z (12)
English Greek Recording Learn
cared for φρόντιζε
career καριέρα
careful προσεκτικός
cargo φορτίο
Carnival Καρναβάλι
carpenter ξυλουργός
carpet χαλί
carriage μεταφορά
carriages άμαξες
carried μεταφέρθηκε
carrot καρότο
carrots καρότα
carry μεταφέρω
carry out εκτελώ
cars αυτοκίνητα
cars that run on any fossil fuel αυτοκίνητα που λειτουργούν με οποιοδήποτε ορυκτό καύσιμο
cartilage χόνδρος αρθρώσεων
cartoon κινούμενα σχέδια
caryatids καρυάτιδες
Caryatids are sculpted female figures that serve as columns. Οι Καρυάτιδες είναι γλυπτές γυναικείες φιγούρες που χρησιμεύουν ως κίονες.
case περίπτωση
cash μετρητά
cash register ταμειακή μηχανή
cashier ταμίας
castle κάστρο
casual ανέμελος
cat (feline) Γάτα
cat and dog γάτα και σκύλος
Catalan Καταλανικά
Catalonia Καταλονία
catch σύλληψη
catch-up σάλτσα ντομάτας
catch-up moment στιγμή αναπλήρωσης
catering τροφοδοσία
catering establishments καταστήματα εστίασης
catering industry βιομηχανία εστίασης